Text Resize

-A A +A

     Πρακτικά Επιστημονικής Ημερίδας που οργανώθηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, στις 23 Απριλίου 2004 από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, τη Νομαρχία Ιωαννίνων, την Τ.Ε.Δ.Κ. Νομού Ιωαννίνων και τον Δήμο Ιωαννιτών, Δημοσιεύματα αρ. 27, Αθήνα 2008, σελ. 246.

Ευάγγελος Καραμανές, Παρασκευάς Ποτηρόπουλος

     Η καλύτερη εισαγωγή για την παρουσίαση του τιμητικού τόμου για τον Δημήτριο Λουκάτο, μια σύμπραξη δύο πνευματικών ιδρυμάτων που τίμησε με την παρουσία του και ωφελήθηκαν κι αυτά με τη σειρά τους από την προσφορά του, δεν είναι παρά η παράθεση των ίδιων των λόγων των εκπρόσωπών τους, όπως έχουν αποτυπωθεί στους αντίστοιχους προλόγους τους. Αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο και το ιστορικό της παρούσας έκδοσης.

     Όπως σημειώνει ο κ. Β. Νιτσιάκος, Καθηγητής Λαογραφίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων:

     Ο Τομέας Λαογραφίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων οργάνωσε επιστημονική ημερίδα στη μνήμη του καθηγητή Δημητρίου Σ. Λουκάτου στις 23 Απριλίου του 2004. Η εκδήλωση εντάχθηκε στον εορτασμό των 40 χρόνων από την ίδρυση της Φιλοσοφικής Σχολής, καθώς ένας από τους πρώτους εκλεγέντες καθηγητές της υπήρξε ο Δημήτριος Σ. Λουκάτος.

     Από τη θέση του καθηγητή της Φιλοσοφική Σχολής και της έδρας της Λαογραφίας ο Δ. Λουκάτος προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες τόσο στο νεοσύστατο ίδρυμα όσο και στην επιστήμη της Λαογραφίας. Στη συμβολή του στην ανάπτυξη των λαογραφικών σπουδών και εν γένει της λαογραφικής έρευνας στην Ελλάδα επικεντρώθηκε η θεματολογία της συγκεκριμένης ημερίδας και ο ανά χείρας τόμος περιλαμβάνει τα επεξεργασμένα κείμενα των εισηγήσεων, εκτός από δύο, για την μη δημοσίευση των οποίων ευθύνονται οι ίδιοι οι εισηγητές.

     Ευχαριστούμε θερμά όλους τους εισηγητές-συγγραφείς, καθώς και το Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, που ανέλαβε ευγενικά την έκδοση. Ευχαριστίες επίσης οφείλονται στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, την Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων, το Δήμο και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων για τις ευγενικές χορηγίες τους.


     Αντίστοιχα, η Διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας κ. Αικ. Πολυμέρου Καμηλάκη αναφέρει:

     Το Kέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών με τη δημοσίευση του παρόντος τόμου εκπληρώνει μέρος του χρέους του προς τον αείμνηστο Δημήτριο Λουκάτο, συντάκτη του για είκοσι και πλέον έτη, του οποίου η παρουσία είναι ζωντανή, τόσο με τα δημοσιεύματά του στην Επετηρίδα όσο και, κυρίως, στο Αρχείο του με τα αξιόλογα ανέκδοτα χειρόγραφά του από τις επιτόπιες έρευνες και τα χιλιάδες καταταγμένα δελτία των παροιμιών και άλλης λαογραφικής ύλης.

     Διαβάζοντας ωστόσο προσεκτικότερα το κείμενό της στον παρόντα τόμο, διαπιστώνουμε, από τις επιστολές του Λουκάτου που παραθέτει στο επίμετρο, ότι η έκδοση των πρακτικών έρχεται να υλοποιήσει την επιθυμία, και το χρέος θα υποστήριζαν πολλοί, του ανθρώπινου δυναμικού του Κέντρου να τιμήσει τον Λουκάτο για την προφορά του:

     Στις 8 Ιανουαρίου 1995, ημέρα Κυριακή, ο Λουκάτος γράφει:

Αγαπητή μου Αικατερίνη
Πολυμέρου–Καμηλάκη
θέλω να σ’ ευχαριστήσω για την ευγενική (και τιμητική μου), σκέψη σου, ν’ αφιερωθεί ο επόμενος τόμος της Επετηρίδας του Κέντρου Λαογραφίας, στο όνομά μου.
Με συγκινεί η πρόταση, που θα είναι νομίζω, σύμφωνη με τη γνώμη του προσωπικού του Κέντρου (παλαιούς και νεώτερους), πάντως θεωρώ «Συναδέλφους» μου, αφού επί 24 χρόνια εργάστηκα στις ίδιες φροντίδες και προγραμματισμούς της αρχειακής λαογραφίας, αλλά δεν θα πρέπει να την αποδεχθώ, για τους εξής λόγους:

α) Δεν έγινε ποτέ (νομίζω) αφιέρωση τόμου της Ε.Λ.Α. ή Κ.Ε.Ε.Λ. σε παλαιό Συνεργάτη ή Διευθυντή ή και Καθηγ. Π/μίου, επειδή πρόκειται και περί (ανωτέρας επιστημονικής έρευνας και μελέτης) ακαδημαϊκού Περιοδικού, που δεν θα πρέπει να συρρικνώσει την πανελλήνια γενικότητά του σε ένα τιμώμενο πρόσωπο.

β) Αν γίνει αρχή του «νεωτερισμού» αυτού, είναι φυσικό να επακολουθήσουν και άλλες αφιερώσεις για πρόσωπα που, επαξίως πάντα, θα προτείνονται.

     Ας αφήσουμε λοιπόν την Επετηρίδα να κινείται «δημοκρατικά», όπως εξεκίνησε, και να προβάλλει αυτομάτως τους άξιους Συντάκτες των σοβαρών Μελετών του, όπως τους επρόβαλε από το 1939 (επί Γεωργίου Μέγα), με ίδιες θέσεις και αξίες Διευθυντών και Προσωπικού, και με θέματα αξιόλογα, που αναπλήρωναν ερευνητικά κενά, ή πρωτοτυπούσαν σε λαογραφικές εμπνεύσεις.

     Προτιμότερα, νομίζω, θα είναι αφιερώματα κεντρικών θεμάτων έρευνας παρά προσώπων.

Με αγάπη και ευχές

     Η ανάγνωση της συγκεκριμένης επιστολής γίνεται και για έναν επιπρόσθετο λόγο. Πέρα από το προφανές, ότι αναδεικνύει σημαντικά στοιχεία της προσωπικότητας του Λουκάτου, υποδεικνύει έμμεσα τα κύρια χαρακτηριστικά των κειμένων αυτού του βιβλίου. Επίκεντρο είναι ο ίδιος ο Λουκάτος και αυτό είναι αυτονόητο. Ωστόσο με αφορμή αυτόν αναδύονται πολλαπλοί χώροι αναφοράς, το βιβλίο αποκτά μια πολυκεντρικότητα. Αναφορές υπάρχουν λοιπόν -χρησιμοποιώντας τα λόγια του Λουκάτου στην παραπάνω επιστολή- σε κεντρικά θέματα της επιστήμης, αλλά και στους φορείς τους (σε συγκεκριμένα πρόσωπα), σε επιτόπιες έρευνες και λαογραφικές εμπνεύσεις, σε θέματα της αρχειακής λαογραφίας και σε επιστημονικούς νεωτερισμούς, προβάλλει δηλαδή ο δημοκρατικός διάλογος ανθρώπων, ιδεών και πρακτικών.

     Ο χώρος της θεωρίας λοιπόν αλλά και τοπία διαπροσωπικών στιγμών, θεσμικοί χώροι όπως το Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, το Πανεπιστήμιο (και η Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία και το περιοδικό Λαογραφία ή το γνωστό διεθνές περιοδικό Proverbium, το Musée de l’Homme στο Παρίσι) αλλά και οι προσωπικοί τόποι καθενός και καθεμιάς από τους συγγραφείς του τόμου. Γιατί κάθε κείμενο με σημείο αναφοράς τον Λουκάτο, στην πραγματικότητα αναδεικνύει τον ίδιο τον συγγραφέα του. Ο προσωπικός τόνος γραφής, η μορφολογία του κάθε κειμένου συνάδει με τις θεωρητικές κατευθύνσεις του δημιουργού του, τα επιστημολογικά του ενδιαφέροντά του, τις προσωπικές εν τέλει ανησυχίες του.

     Το τελικό αποτέλεσμα προκύπτει από τις δύο βασικές ιδιότητες κάθε κειμένου, την αυτονομία και τη συνδυαστική του ικανότητα στην παραγωγή ενός συνεκτικού συνόλου. Ωστόσο η κάθετη και οριζόντια ανάγνωση κάθε κειμένου συμπληρώνεται από τη διαγώνια διάσταση του, τον εσωτερικό διάλογο δηλαδή μεταξύ των κειμένων, τη συμπληρωματικότητα ή τη γόνιμη αντιπαράθεση ιδεών που χαρακτηρίζει τα περισσότερα από αυτά.

     Πρόκειται επομένως για έναν τόμο που επιχειρώντας να παρουσιάσει πολύπλευρα την προσωπικότητά του Λουκάτου ως ερευνητή, δασκάλου και ανθρώπου, επιδέχεται και ο ίδιος πολλαπλές αναγνώσεις, συμβάλλοντας στις πολλαπλές προσεγγίσεις και διασυνδέσεις που χαρακτηρίζουν ή που θα θέλαμε να χαρακτηρίζουν το σύγχρονο χώρο της Λαογραφίας, μιας «Εθνογραφίας Ελληνικής» ή έστω μια «Λαογραφίας Εθνογραφικής» όπως την ήθελε κι ο ίδιος ο Λουκάτος.

     Εστιάζοντας στον τιμώμενο Λουκάτο, ο αναγνώστης του τόμου θα παρατηρήσει την αγάπη με την οποία πνευματικά παιδιά και μαθητές του εκφράζονται για τον συνάδελφο, τον δάσκαλο, τον επιστήμονα, κάτι που είναι σημαντικό για τους νεώτερους επιστήμονες ως υπόδειγμα και δίδαγμα ζωής, γιατί εκτός από την παραγωγή επιστημονικού έργου η παρουσία του ανθρώπου στους χώρους της έρευνας και διδασκαλίας καταξιώνει το έργο του και του δίνει διάρκεια.

     Όπως ήδη αναφέρθηκε ο τόμος αρχίζει με πρόλογο της κ. Αικ. Πολυμέρου-Καμηλάκη Διευθύντριας του Κέντρου Λαογραφίας και του κ. Β. Νιτσιάκου Καθηγητού Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Η κ. Καμηλάκη, η οποία είχε ιδιαίτερη πνευματική σχέση με τον αείμνηστο Λουκάτο, αναφέρει ότι τα κείμενά του αναλύουν και φωτίζουν την προσωπικότητα και το έργο του Δημητρίου Λουκάτου, του δασκάλου, του επιστήμονα, του νεωτεριστή, του Κεφαλλονίτη με το ανήσυχο πνεύμα που άνοιξε παράθυρα στο χώρο της Λαογραφίας να μπει νέος άνεμος, χωρίς να διασαλεύσει το υπάρχον οικοδόμημα. Ο Λουκάτος εφάρμοσε νεωτερική θεωρία και μέθοδο στην καταγραφή και την περιγραφή των λαογραφικών φαινομένων, διευρύνοντας τους ορίζοντες της Λαογραφίας ως προς τη θεματική και τη μεθοδολογία της με γνώση και σεβασμό για το έργο των προγενέστερων. Πίστευε επίσης, ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του, σε μια Λαογραφία που οφείλει να λειτουργεί και ως κανονιστική επιστήμη.

     Επιχείρησε μέσα από μελέτες και άρθρα στον τύπο να σχολιάσει και, κατά το δυνατόν, να επηρεάσει την πορεία των λαογραφικών εκδηλώσεων. «Μέσα από τις εφημερίδες και τα περιοδικά, κυρίως, επικοινωνούσε με τους φορείς του λαϊκού πολιτισμού, σχολίαζε, επικροτούσε ή επέκρινε, δίδασκε-υποδείκνυε, κανοναρχούσε» γράφει χαρακτηριστικά.

     Οι επιμελητές της έκδοσης έκριναν σκόπιμο να προηγηθεί των άρθρων κείμενο του Δ. Σ. Λουκάτου με τίτλο «Το αλάτι στις νεοελληνικές παροιμίες και σε ένα ελληνικό παραμύθι» το οποίο ανακοινώθηκε στο 8ο Τριήμερο Εργασίας, του Πολιτιστικού Ιδρύματος της Ε.Τ.Β.Α., στη Μυτιλήνη (6-8 Νοεμβρίου 1998) από την κ. Καμηλάκη καθώς απουσίαζε ο αείμνηστος καθηγητής και δεν δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά του Συνεδρίου.

Ελευθέριος Αλεξάκης, Διευθυντής Ερευνών του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

«Η Γαλλική Εθνολογική Σχολή και η Λαογραφία του Δημητρίου Λουκάτου»

     Στο άρθρο του ο κ. Αλεξάκης τοποθετεί εξαρχής τον Δ. Λουκάτο στους πρωτεργάτες της νεωτερικής Λαογραφίας στην Ελλάδα μαζί με τον Δ. Πετρόπουλο, επίσης συντάκτη του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών και καθηγητή της Λαογραφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία. Μετά από μία σύντομη αλλά περιεκτική επισκόπηση της εξέλιξης της Γαλλικής Εθνολογικής Σχολής δηλαδή της «ιθαγενούς γαλλικής εθνολογίας» με αναφορά στο πρωτοποριακό έργο του A. Van Gennep, στην αναδιοργάνωση του Μουσείου της Εθνογραφίας του Τροκαντερό το 1937 (μετέπειτα Μουσείο του Ανθρώπου / Musée de l'Homme) από τον Paul Rivet και τον Georges-Henri Rivière, παρατηρεί ότι η σύγχρονη αυτή εκδοχή της Folklore με το όνομα Εθνολογία είχε χαρακτηριστικά που την έφερνε πιο κοντά σε μια ανθρωπολογία οίκοι (που χαρακτηρίζεται από τη μελέτη μικρότερων ομάδων, κοινοτήτων, επιτόπια έρευνα μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, μελέτη των συμβολικών και κοινωνικών συστημάτων και δομών) και οδήγησε στην εξέλιξή της στον αστικό χώρο, δηλαδή, ως μιας επιστήμης του παρόντος.

     Ο Δ. Λουκάτος, ο οποίος παρακολούθησε μαθήματα Εθνολογίας στο Μουσείο του Ανθρώπου και ειδικότερα στο Centre de Formation aux Recherches Ethnologiques, φαίνεται πως επηρεάζεται από τη Γαλλική Εθνολογική Σχολή από α) τα δημοσιεύματά του β) τις κριτικές του σε έργα άλλων επιστημόνων και γ) την επιτόπια λαογραφική του έρευνα. Ο κ. Αλεξάκης αναφέρεται στις λαογραφικές καταγραφές του Λουκάτου, στη γλαφυρότητα των κειμένων του και τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής (που θέτει το ερώτημα αν η Λαογραφία/Εθνογραφία είναι τέχνη ή επιστήμη, ζήτημα το οποίο εξετάζει αναλυτικά η κ. Λυδάκη σε άλλο κείμενο του τόμου), στους νεωτερισμούς των δημοσιευμάτων του και πιο συγκεκριμένα στην αναφορά του στην αστική Λαογραφία και στην χρήση του όρου Εθνογραφία ως ισότιμου με τη Λαογραφία. Τονίζει την ιδιοτυπία των απόψεών του για τις επιστήμες σε σχέση με την προσωπικότητα του Λουκάτου και επιχειρεί να εξηγήσει τις αντιφάσεις που εντοπίζει στο έργο του, σημειώνοντας ότι «Ο Δ. Λουκάτος, βεβαίως όντας υποστηρικτής της Νέας Λαογραφίας (Neo-Folklor), που είχε παρουσιασθεί στην Κεντρική Ευρώπη, παρέμεινε ουσιαστικά στη Λαογραφία αλλά ενώ η Λαογραφία του ήταν νεωτερική σε πολλά σημεία, δεν ήταν όμως και μια Εθνολογία της Ελλάδας ή μια Ανθρωπολογική Λαογραφία. Θα έλεγα ότι ουσιαστικά αποτελεί το συνδετικό κρίκο μεταξύ της παραδοσιακής και της σύγχρονης Λαογραφίας (κοινωνικής ή ανθρωπολογικής)».

Μηνάς Αλεξιάδης, Καθηγητής Λαογραφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

«Επιστολές του Δημ. Σ. Λουκάτου σε Αθηναϊκές Εφημερίδες»

     Ο κ. Αλεξιάδης έλαβε υπόψη του 51 επιστολές δημοσιευμένες κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στην Καθημερινή, κατά το διάστημα 1966-2002, ενώ οι περισσότερες καλύπτουν την τελευταία δεκαετία (1992-2002). Αναφέρεται στη θεματική της επιστολογραφίας με χρονολογική σειρά κατά τρόπο σύντομο και προσεγγίζει την προσωπικότητα του Δ. Λουκάτου όπως αποκαλύπτεται μέσα από την ανάγνωση των επιστολών του: φίλος της ειρήνης, του μέτρου, της μετριοπάθειας. Ο Λουκάτος ενίσταται «προς κάθε υπερβολή του μέτρου, προς κάθε υπερβολή, τόσο προς την κατεύθυνση της παράδοσης, όσο και προς την κατεύθυνση των νεωτερισμών, έναντι των οποίων, καταρχήν ήταν θετικός» σημειώνει ο συγγραφέας.

Ευάγγελος Αυδίκος, Καθηγητής Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας-Κοιν. Ανθρωπολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

«Δημ. Σ. Λουκάτος: από την θεωρία στην πράξη»

     Στο κείμενό του ο κ. Αυδίκος αναλύει την επιστημονική προσέγγιση του Δημητρίου Λουκάτου στον αστικό χώρο, όπως αυτή αποκαλύπτεται κυρίως στα Σύγχρονα Λαογραφικά του (1963) όπου «μεταφέρει στην Ελλάδα, όπου οι λαογραφικές σπουδές συνεχίζουν να ασχολούνται με τον αγροτικό χώρο και να ενδιαφέρονται για τα σταθερά και άχρονα μοτίβα, το ενδιαφέρον για τον νεωτερικό χρόνο, όπως αποτυπώνεται στον αστικό χώρο». Επισημαίνει τη φροντίδα τού Λουκάτου για την «αξιοποίηση του πολιτισμικού παρελθόντος για τις ανάγκες της συγχρονίας» και επισημαίνει την απουσία αναφοράς, στο συγκεκριμένο βιβλίο, στη θεωρία της συνέχειας.

     Στη συνέχεια ο κ. Αυδίκος εστιάζει στην έννοια του λαού στη σκέψη του Δ. Λουκάτου. Ο νέος «λαός» των μεγαλουπόλεων και των αστικοποιημένων επαρχιών με τις γνώσεις του, την επικοινωνία και την οικονομική του άνοδο «δεν είναι πια υπόστρωμα συμπιεσμένο κατακόρυφα από των άλλων τάξεων τις προνομιακές θέσεις». Η διεύρυνση αυτή της έννοιας του λαού επιτρέπει τη μελέτη νέων θεμάτων όπως το πλαστικό, τα φωτογραφεία, το ποδόσφαιρο, τη ζωή του «καλού κόσμου», την επιβίωση των δεισιδαιμονιών που διατρέχει όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ο Λουκάτος αναγνωρίζει την παραδοσιακή και λαϊκή καταγωγή των λαογραφικών αστικών φαινομένων και αποδέχεται την ύπαρξη λαϊκής δημιουργίας στον αστικό χώρο.

     Ο κ. Αυδίκος καταλήγει ότι ο Δημήτριος Λουκάτος «αισθάνεται το βάρος της επιστημολογικής του κληρονομιάς, στην οποία επιστρέφει τακτικά για να την αξιοποιήσει, κάποιες φορές προσαρμόζοντάς την στα νέα συμφραζόμενα του αστικού χώρου».

Μανόλης Γ. Βαρβούνης, Αναπληρωτής Καθηγητής Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.

«Η συμβολή του Δημητρίου Λουκάτου στην έρευνα της ελληνικής θρησκευτικής Λαογραφίας».


     Στο κείμενό του ο κ. Βαρβούνης ασχολείται με ένα σημαντικό μέρος του έργου του Δημητρίου Λουκάτου το οποίο αναφέρεται στη θρησκευτική ζωή και τη λαϊκή λατρεία. Παραθέτει ποσοτικά στοιχεία για τον αριθμό των σχετικών δημοσιεύσεων του Λουκάτου και αναφέρει τις κυριότερες από αυτές που αναφέρονται στις εκφράσεις της θρησκευτικής πίστης και βιώματος στον προφορικό λαϊκό λόγο, κυρίως στις παροιμίες, στην εθιμολογία και ιδιαίτερα στον κύκλο του έτους, στη «λαϊκή ή παραδοσιακή θρησκευτικότητα» σύμφωνα με την έκφραση του Λουκάτου. Όπως σημειώνει ο κ. Βαρβούνης στα κείμενά του αυτά «ο Λουκάτος κυρίως περιγράφει και σπανιότερα μελετά συγκριτικά και ιστορικά». Τέλος ο κ. Βαρβούνης αναφερόμενος στο ταξινομικό σχήμα σύμφωνα με το οποίο οργάνωσε ο Λουκάτος την ύλη του έργου του Εισαγωγή στην Λαογραφία, το συγκρίνει με το αντίστοιχο του ερωτηματολογίου του Γ. Α. Μέγα Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας για να καταλήξει ότι τα δύο έργα «δεν αλληλοαναιρούνται, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται».

Μαρίνα Βρέλλη-Ζάχου, Αναπλ. Καθηγήτρια Τομέα Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

«Μαρτυρίες υλικού βίου και πολιτισμού στα χειρόγραφα των μαθητών του Δημ. Σ. Λουκάτου (Λαογραφικό Αρχείο Πανεπιστημίου Ιωαννίνων)»

    
Το κείμενο αναφέρεται στη δραστηριότητα του Δημητρίου Λουκάτου ως καθηγητή της Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων στο διάστημα 1964 (με την ίδρυση και λειτουργία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων) ως το 1967, που παραιτήθηκε λόγω της δικτατορίας. Ο Δ. Λουκάτος, επιστήμων με μεγάλη εμπειρία στην επιτόπια έρευνα ως συντάκτης του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, έστρεφε τους φοιτητές του προς την επιτόπια λαογραφική έρευνα.

     Τα χειρόγραφα των φοιτητών, συγκέντρωσε ο Λουκάτος σε τόμους, κατά το πρότυπο του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, βάζοντας τα θεμέλια για τη συγκρότηση του Λαογραφικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που επίσημα ιδρύθηκε το 1977 μαζί με το Λαογραφικό Μουσείο. Η συλλογή πρωτογενούς υλικού αποτελεί έως σήμερα φροντιστηριακή ή σεμιναριακή άσκηση στα μαθήματα της Λαογραφίας.

     Η κ. Βρέλλη αναφέρεται αναλυτικά στη θεματολογία των χειρογράφων, όπου επισημαίνει τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή εκείνων που αναφέρονται σε θέματα φιλολογικής λαογραφίας (δημοτικά τραγούδια, παραμύθια, παραδόσεις) και εθιμολογίας (σταθμοί του κύκλου της ζωής ή μεγάλες εορτές) ενώ πολύ λιγότερα (συγκεκριμένα 93) είναι εκείνα που αναφέρονται στον λαϊκό βίο και πολιτισμό. Η κ. Βρέλλη τονίζει τη συμβολή του Δ. Λουκάτου στην καλλιέργεια του ενδιαφέροντος για τον υλικό πολιτισμό και τον χρόνο που δαπανούσε στην ανάγνωση και διόρθωση των εργασιών των φοιτητών του.

     Στη σελίδα 154 του τόμου, σε επιστολή του Λουκάτου προς την κ. Καμηλάκη διακρίνεται ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόταν ο ίδιος τη συμβολή του στη μελέτη του υλικού βίου. Επίσης στα χειρόγραφα των φοιτητών του στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, τα οποία ο Δ. Λουκάτος κατέθεσε στο Κέντρο Λαογραφίας μέσω της κ. Καμηλάκη, διακρίνεται όπως και στα γραφόμενα της κ. Βρέλλη ο ακούραστος πανεπιστημιακός Δάσκαλος που ήταν ο Λουκάτος.

Αριστείδης Δουλαβέρας, Λέκτορας Τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

«Ο παροιμιολόγος Δημήτριος Σ. Λουκάτος και το διεθνές περιοδικό Proverbium»

    
Ο κ. Δουλαβέρας εξετάζει στο κείμενό του τη συμβολή του Δ. Λουκάτου στην ελληνική και διεθνή παροιμιολογία. Αρχικά αναφέρεται στα σχετικά δημοσιεύματα του Λουκάτου: τέσσερα βιβλία και ένας συγκεντρωτικός τόμος που εκδόθηκε με την επιμέλεια του κ. Δουλαβέρα το 1994, ο οποίος περιλαμβάνει 62 άρθρα του δημοσιευμένα κατά καιρούς από το 1936 σε διάφορα περιοδικά. Μετά το 1994 ο Λουκάτος δημοσίευσε άλλα τρία άρθρα παροιμιολογικού περιεχομένου στο περιοδικό Λαογραφία.

     Στη συνέχεια ο κ. Δουλαβέρας αναφέρεται στη συνεργασία του Λουκάτου με το περιοδικό Proverbium και κάνει μια περιοδολόγηση της έκδοσης του περιοδικού από το 1965 ως σήμερα. Ο συγγραφέας προβαίνει σε μια αναλυτική επισκόπηση των δημοσιεύσεων του Δημητρίου Λουκάτου στο Proverbium. Ας σημειωθεί ότι ο Λουκάτος εργάστηκε ειδικά στο Αρχείο Παροιμιών του Νικολάου Πολίτη στο Λαογραφικό Αρχείο και άφησε σπουδαίο έργο διευθετώντας το και εμπλουτίζοντάς το με νέο υλικό. 

     Το κείμενο του κ. Δουλαβέρα κλείνει επισημαίνοντας το διεθνές κύρος του Λουκάτου όπως αυτό φαίνεται από τις εκδηλώσεις της επιστημονικής κοινότητας των συναδέλφων του (ειδικότερα τις αφιερώσεις τόμων του περιοδικού Proverbium) ενώ παρατίθεται και μέρος της επιστολής του καθηγητού Mieder προς τον συγγραφέα μετά το άγγελμα του θανάτου του Λουκάτου, στο οποίο εκφράζεται με λόγια θλίψης και θαυμασμού για τον μεγάλο λαογράφο.

Μάγδα Ζωγράφου, Αναπλ. Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ Πανεπιστημίου Αθηνών

«Ο Δ.Σ. Λουκάτος και η “λαο-ανθρωπολογική” μελέτη του χορού στην Ελλάδα»

    
Η κ. Ζωγράφου αναφέρεται στη μικρή έστω συμβολή του Δημητρίου Λουκάτου στη μελέτη του χορού από τη Λαογραφία εξετάζοντας τρία σχετικά κείμενά του, αρχής γενομένης από την ομιλία του «Ο χορός στην λαογραφία μας» που πραγματοποιήθηκε το 1960 και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Εστία. Η κ. Ζωγράφου βρίσκει ευκαιρία να αναφερθεί στα προβλήματα της προσέγγισης του χορού στη χώρα μας ως ένα πολιτισμικό φαινόμενο που χρήζει πολυδιάστατης προσέγγισης.

     Χαρακτηριστική είναι και η στάση του Λουκάτου προς τους καλλιτεχνικούς συλλόγους τους οποίους «αν και τους επαινεί για τη συμβολή τους στη διατήρηση χορευτικών δεδομένων του παρελθόντος, τους ανακαλεί στην τάξη, ζητώντας να μελετήσουν προσεκτικά όσα αναπαράγουν, και να έρθουν σε επαφή με την πρακτική της εθνογραφικής οπτικής για το χορό».

Aννα Λυδάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήματος Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών

«Μερικές παρατηρήσεις σχετικά με το ύφος και τον προσωπικό τρόπο γραφής του Δ. Λουκάτου»

     Αφού υπενθυμίσει την αμφίδρομη σχέση μεταξύ της Λαογραφίας και της Λογοτεχνίας η κ. Λυδάκη εξετάζει τη σχέση Λαογραφίας και Λογοτεχνίας στον Δημήτριο Λουκάτο – μέσα από δύο έργα του, την Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία (Αθήνα 1992) και τα Σύγχρονα Λαογραφικά (Αθήνα 1963).

     Παρατηρεί ότι ο Λουκάτος καταργεί «σχεδόν τη διαφορά ανάμεσα στην τέχνη του λόγου και την τεχνική του επιστημονικού κειμένου, μέσα από τη γλώσσα με την οποία παρουσιάζει τις μελέτες του και εκφράζει τις απόψεις του και τα συμπεράσματά του. Στις επιστημονικές εργασίες το σπουδαίο περιεχόμενο έχει ωραία μορφή και αυτό είναι ένα στοιχείο που συντελεί στη διάρκεια του έργου του».

     Η κ. Λυδάκη τονίζει ότι «ο Δημ. Λουκάτος είναι ένας στοχαστής που δεν αποσύρεται από τα κοινά για να τα μελετήσει από την απόσταση που απαιτεί η αφηρημένη γλώσσα» και πιο κάτω «Ο Δ. Λουκάτος είναι επιστήμων αφηγητής: Η γλώσσα του είναι άμεση και τα κείμενα βγαίνουν αβίαστα μέσα από βιωμένες εμπειρίες και όχι αφαιρετικές διαδικασίες και γενικεύσεις, μέσα από την ίδια τη ζωή, την οποία φαίνεται ότι αγκαλιάζει, καθώς ο γραπτός λόγος του δεν διαφέρει από τη ζώσα φωνή».

Μ. Γ. Μερακλής, Ομ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών

«Ο Δημήτριος Σ. Λουκάτος ανάμεσα στο νεωτερισμό και την παράδοση»


     Με σημεία αναφοράς στο βιβλίο του Κεφαλονίτικη Λατρεία (1946) αλλά κυρίως στο κλασικό και θεωρητικό στην ουσία του, όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Μερακλής, κείμενο τού Δ. Λουκάτου με τον πρόλογό του στο προδρομικό βιβλίο τού 1963 Σύγχρονα Λαογραφικά (Folklorica Contemporanea), ο συγγραφέας αναφέρεται στην παλίντροπη κίνηση του Λουκάτου ανάμεσα στο νεωτερισμό και την παράδοση.

     Η αρχική ουμανιστική αισιοδοξία του και η νεωτερική διάθεσή του συνοδεύεται με το πέρασμα του χρόνου από τη συχνή επιστροφή στην πολιτισμική παράδοση και την κριτική τόσο στους ανεξέλεγκτους νεωτερισμούς αλλά και στις σύγχρονες μορφές διαχείρισης της παράδοσης.

     Θεωρεί ότι αυτή η στάση του, η παλίντροπη κίνηση   μπρος πίσω, μπρος πίσω – αντί της ευθύγραμμης κίνησης προς τα μπρος αποτρέπει βαθύτερες διαταραχές στο ρυθμό του πολιτισμού και πολύ περισσότερο αυτή η παλίντροπη κίνηση της Λαογραφίας   παρελθόν παρόν, παρελθόν παρόν   ορίζει και το νέο της πεπρωμένο.

Κωνσταντίνα Μπάδα, Καθηγήτρια Τομέα Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

«Η εθνογραφική προοπτική του Δ. Σ. Λουκάτου μέσα από το λαογραφικό μουσείο του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων»


     Με αφορμή τη δημιουργία του Λαογραφικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και τη διαδικασία συλλογής και καταλογογράφησης των αντικειμένων του, η κ. Μπάδα επισημαίνει την έμπρακτη υποστήριξη του Λουκάτου της εθνογραφικής καταγραφής και της επιτόπιας έρευνας και γενικότερα τον προσανατολισμό του προς την εθνογραφική θεώρηση του λαϊκού βίου και πολιτισμού.

     Στην ουσία, σημειώνει, ο Λουκάτος αντιλαμβάνεται την Εθνογραφία ως επιστήμη που επιτρέπει τη μελέτη του πολιτισμικού συστήματος ως συνόλου, έστω κι αν την οριοθετεί ως επιστήμη που έχει ως αντικείμενο μελέτης μια εθνική, όπως την προτείνει, κοινωνία.

     Ταυτόχρονα θεωρεί ότι το συγκεκριμένο παράδειγμα πανεπιστημιακού μουσείου του λαϊκού πολιτισμού, που θεμελίωσε με ξεκάθαρους θεωρητικούς και μεθοδολογικούς στόχους ο Δημήτριος Λουκάτος, δείχνει ότι η σύγχρονη μουσειακή θεωρία και πρακτική μπορεί να βρει περιθώρια εφαρμογή της στο ελληνικό πανεπιστημιακό λαογραφικό μουσείο και να το αναδείξει σε προνομιακό εκπαιδευτικό – ερευνητικό και πολιτισμικό χώρο.

Βασίλης Νιτσιάκος, Καθηγητής Τομέα Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

«Οι απόψεις του Δ. Λουκάτου για τη σχέση της Λαογραφίας με την Εθνογραφία - Εθνολογία – Ανθρωπολογία υπό το φως των σύγχρονων θεωρητικών εξελίξεων»

     Συνεχίζοντας, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς τον προβληματισμό του καθηγητή Μερακλή για το νέο πεπρωμένο της Λαογραφίας, ο Βασίλης Νιτσιάκος επιχειρεί, για μια ακόμη φορά, να εμβαθύνει στο διάλογο μεταξύ των ανθρωπιστικών επιστημών που άνοιξε αρκετά πρώιμα και εύστοχα μεταξύ άλλων, και ο Δημήτριος Λουκάτος, υποδεικνύοντας ουσιαστικά την κατεύθυνση, της λαογραφία προς μια άγρυπνη ανθρωπογραφία.

    Προσπαθώντας να ερμηνεύσει τη σκέψη του δασκάλου, όπως καταλήγει, υποστηρίζει ότι θα πρέπει, παράλληλα με τον διάλογο που έχει ήδη ξεκινήσει με την Ανθρωπολογία, να ξεκινήσει και ένας εσωτερικός διάλογος στους κόλπους της Λαογραφίας, με κύριο ζητούμενο η Λαογραφία να συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στο χώρο των ανθρωπιστικών, ιστορικών και κοινωνικών σπουδών στην Ελλάδα.

Ευαγγελή Αρ. Ντάτση, Αναπλ. Καθηγήτρια Τομέα Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

«Ο Δημήτριος Λουκάτος αυτοβιογραφούμενος: Οπλίτης στο Αλβανικό Mέτωπο. Ημερολογιακές σημειώσεις 1940-41»


     Στο κείμενό της η συγγραφέας καταπιάνεται με ένα παραπλήσιο θέμα του αντίστοιχου της κ. Λυδάκη. Εδώ, ωστόσο, το επίκεντρο δεν είναι ο τρόπος γραφής αλλά ο Λουκάτος ως συγγραφέας και μάλιστα ημερολογιακών σημειώσεων, που αφορούν σε ένα διακεκριμένο, ποσοτικά και ποιοτικά, χρονικό διάστημα, για ασυνήθιστα συμβάντα και γεγονότα. Ημερολογιακών σημειώσεων που ταυτόχρονα προβάλλουν –όπως τονίζει- την προσωπική του ευθύνη απέναντι στη συλλογικότητα, και την ιστορική μνήμη αυτής της συλλογικότητας.

     Με αυτό του το βιβλίο, συμπεραίνει η συγγραφέας, ο Λουκάτος δικαιώνει πρωθύστερα μια πορεία ζωής.

     Αναδεικνύει και επαληθεύει το επιστημονικό ήθος και την ιδεολογική συνέπεια ενός ανθρώπου που δεν κολάκευε, δεν καλλιεργούσε την υποτέλεια σε εκείνους που ήξεραν λιγότερα από εκείνον, δεν ενέδωσε στην πελατειακή άσκηση του επιστημονικού λειτουργήματος, δεν επεδίωξε τον επιστημονικό ιμπεριαλισμό.

Αικατερίνη Πολυμέρου – Καμηλάκη, Διευθύντρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

«Ο Δημ. Σ. Λουκάτος ως Συντάκτης  του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. Χρονικό»


     Η ανακοίνωση της κ. Αικ. Πολυμέρου –Καμηλάκη έχει ως βασικό άξονα την παρουσία του Δημητρίου Λουκάτου στην επιστημονική ζωή του Λαογραφικού Αρχείου (1938–1962).

     Ωστόσο επεκτείνεται τόσο στο χρόνο, αποκαλύπτοντας τη διαρκή παρουσία του Λουκάτου στο Κέντρο ως το θάνατό του, όσο και στις πολλαπλές πτυχές αυτής της σχέσης, προβάλλοντας τις ανθρώπινες, τις επιστημονικές και τις διδακτικές της διαστάσεις.

     Μέσα από την αναδίφηση των πεπραγμένων του Κέντρου τονίζεται η σημαντική παρουσία του Λουκάτου στις τρεις διαφορετικές, παράλληλες και ταυτόχρονα αλληλοσυμπληρούμενες επιστημονικές λειτουργίες του Κέντρου από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα:

• την επιτόπια έρευνα, (στο επίμετρο που ακολουθεί το κείμενο παρουσιάζεται ο κατάλογος του συνόλου των χειρόγραφων συλλογών του Λουκάτου)

• την αποδελτίωση, κατάταξη και επιστημονική επεξεργασία του υλικού (ανέκδοτου και δημοσιευμένου) – με ιδιαίτερη έμφαση μεταξύ άλλων στη μελέτη του «Ζητήματα κατατάξεως παροιμιών», καρπό της μακρόχρονης ταξινομικής εργασίας του

• τις δημοσιεύσεις.

     Πέρα από την ιστορική παράθεση της πορείας του Λουκάτου στο Κέντρο, στο κείμενο αναδεικνύονται οι επιστημονικές του απόψεις, η κριτική του στάση σε ιδέες, στάσεις και συμπεριφορές και η συμβολή του στα τεκταινόμενα σε αυτό ως το προσωπικό του τέλος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η νέα σειρά του Κέντρου Λαογραφίας με τίτλο «Πηγές του Λαϊκού Πολιτισμού», εγκαινιάστηκε με τη δημοσίευση της ανέκδοτης λαογραφικής του συλλογής από τους Παξούς.

     Χαρακτηριστικό δείγμα για το οξύ, κριτικό πνεύμα και την κεφαλλονίτικη ειρωνεία του, πολύ περισσότερο της επιστημονικής του άποψης, απόδειξη ωστόσο του ενδιαφέροντος για το Κέντρο και τους ανθρώπους του είναι και το παρακάτω απόσπασμα, μέρος από την αλληλογραφία της με τον Λουκάτο, που δημοσιεύει η διευθύντρια του Κέντρου:

Δευτέρα, 12.7.99

     Σε συγχαίρω για το τεύχος «Ιστορικό και Προγράμματα του Κ.Ε.Ε.Λ.», που πολύ καλά το εσκέφτηκες, ως Διευθύντρια και καλλιτεχνικά εφρόντισες να τυπωθή, όσο και παραστατικά με τις φωτογραφίες και τα χρονικά των περιόδων του, από το 1918. Συγχαρητήρια και για τους συνεργάτες / συνεργάτριες, που αναφέρεις, και για τις Μνήμες Συντακτών, που αναγράφετε.

     Εύχομαι στο Κέντρο (και ως εργασθείς επί 23 χρόνια) ευτυχή σταδιοδρομία και στο προσεχές Μεγαλοκτίριο της Πλάκας, Ηπίτου.

     Δεν είδα να έχει σελιδαρίθμηση το τεύχος (που θα διευκόλυνε αναζητήσεις και παραπομπές), αλλά κάτι άλλο που μ’ εξένισε, είναι ότι στη σελίδα του «Επιστημονικού προσωπικού», στο κάτω μέρος (με τα κουραστικά ψιλογράμματα), το πλήθος του Προσωπικού με σύμβαση έργου και των εξωτερικών συνεργατών, ενώ συνεργάζονται σ’ ένα αιωνόβιο σχεδόν «Λαογραφικό Κέντρο», ντρέπονται να δώσουν τίτλους των και με τη «Λαογραφία» και «ξιπάζονται» να προβάλλονται (εντυπωσιακά) ως ανθρωπολόγοι εθνολόγοι κ.ά. (χωρίς το λαογράφοι), που θυμήθηκα γι’ αυτούς, την παροιμία: «Αλλού τρώτε και πίνετε / κι αλλού πάτε και δίνετε».


Δημήτρης Ελ. Ράπτης, Λέκτορας Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

«Ο Δημήτριος Λουκάτος και η επιτόπια λαογραφική έρευνα»


     Σε συνέχεια του κειμένου της κ. Πολυμέρου–Καμηλάκη, ο κ. Ράπτης εστιάζει σε μια από τις επιστημονικές ιδιότητες του Δημητρίου Λουκάτου, που χαρακτηρίζουν άλλωστε και την παρουσία του στο Κέντρο Λαογραφίας, αυτή του ερευνητή.

     Μελετώντας τον τρόπο προσέγγισης κάθε τόπου, τις θεματικές που ερευνά αλλά και τον τρόπο καταγραφής των λαογραφικών φαινομένων, την εστίαση δηλαδή στον χώρο ως διαμορφωτικό παράγοντα της κοινωνικής ζωής και την επιμονή στη συνάφεια μεταξύ των επιμέρους όψεων της παραδοσιακής ζωής ενός τόπου, διαπιστώνει ότι ο θεωρητικός προβληματισμός του Λουκάτου εκφράζεται στην επιτόπια έρευνά του και τη συλλογή λαογραφικών στοιχείων ενός τόπου.

     Και τέλος, με μια σειρά από παραδείγματα επισημαίνει πάντως την προσωπική λαογραφική σφραγίδα του, είτε στη γλώσσα είτε στη διαφορετική παρατήρηση και οπτική ερμηνείας.

Βάσω Ρόκου, Καθηγήτρια Τομέα Λαογραφίας Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

«Δημητρίου Λουκάτου: “Τα ελληνικά εθνογραφικά αντικείμενα στο Musée de l’Homme του Παρισιού”, στο Mélanges offerts à Octave et Melpo Merlier, Institut Français d’ Athènes 1956, τόμ. II , σ. 27–42»

     Με βασικούς άξονες τη «θητεία» του Λουκάτου ως μουσειολόγου στο Musée de l’Homme (αναφερόμενη ουσιαστικά στη μουσειολογική του αντίληψη) αλλά και την εν γένει παρουσία του στα Ιωάννινα, τόσο ως πανεπιστημιακού δασκάλου αλλά και ως κοινωνικού μετόχου στην τοπική κοινωνία (με τη διδασκαλία του, τις επιτόπιες έρευνες, το Αρχείο Χειρογράφων, τη Μουσειακή συλλογή, τις σχέσεις του με τους φοιτητές του και την τοπική κοινωνία, την παράλληλη σύνδεση των φοιτητών με τον κόσμο του πνεύματος και με τον κόσμο της παράδοσης) η κ. Ρόκου εστιάζει σε τρία σημαντικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του Λουκάτου:

     στο επιστημονικό θάρρος που τον διέκρινε

     την αίσθηση της ελευθερίας που τον χαρακτήριζε,

    στην υπευθυνότητά του ως δασκάλου.

Βασιλική Χρυσανθοπούλου, Ερευνήτρια  του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

«Οι θεωρητικές κατευθύνσεις στο παροιμιoλογικό έργο του Δ. Σ. Λουκάτου και η ανθρωπολογική προσέγγιση των παροιμιών»


     Με το κείμενό της η κ. Χρυσανθοπούλου επιχειρεί να εφαρμόσει τις προτάσεις αλλά και να πραγματευτεί τα διαπιστωμένα από τον ίδιο κενά στη συλλογή και μελέτη των παροιμιών. Αποτελεί το πρώτο από τα δύο κείμενα που ολοκληρώνουν τον τόμο και επιχειρούν μια μορφή ερευνητικού διαλόγου ανάμεσα στον Λουκάτο και των σύγχρονων ερευνητών του Κέντρου.

     Στην μελέτη της προσεγγίζει το γενικότερο πλαίσιο της μεθοδολογίας ανάλυσης των παροιμιών που ακολούθησε στις δημοσιεύσεις και στη διδασκαλία του ο Λουκάτος.

     Με τη σύγκριση παροιμιών και μαντινάδων της Καρπάθου επιχειρεί να διαφωτίσει το θέμα των γλωσσικών και κοινωνικών συμφραζομένων των δύο αυτών ειδών, των οποίων τα παράλληλα δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς και σχολιάζει τους λόγους για τους οποίους δεν το επεδίωξε.

     Τέλος, με τα παραδείγματα καταγραφής και μελέτης παροιμιών από την εθνογραφία των Καστελλοριζιών του Περθ Αυστραλίας, αναλύει τις αρετές μιας ανθρωπολογικής προσέγγισης των παροιμιών, της οποίας τη χρησιμότητα και ο ίδιος ο Δημήτριος Λουκάτος αναγνώριζε.

Ελένη Ψυχογιού, Ερευνήτρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

«Συνομιλώντας με τον Δημήτρη Λουκάτο στο λαογραφικό χώρο και χρόνο: το πανηγύρι του «άγιου Κωνσταντίνου» [και Ελένης] στον Καραβάδο»

    
Με αφορμή το κείμενο του Λουκάτου για το πανηγύρι του άγιου Κωνσταντίνου στον Καραβάδο, η κ. Ψυχογιού επιχειρεί έναν ιδιότυπο επιστημονικό διάλογο μαζί του σε θέματα της λαϊκής λατρείας όσο και της πολιτισμικής σημασίας του χρόνου. Με επίκεντρο τη δική της έρευνα για τη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και τις ιστορικές, παραγωγικές και συμβολικές παραμέτρους που την αφορούν, η συγγραφέας επιχειρεί να «μεταφράσει» μέσα από τη δική της ερευνητική οπτική το πανηγύρι, παραθέτοντας στοιχεία από το δικό του δημοσίευμα για το ίδιο πολιτισμικό φαινόμενο παράλληλα με τις ημερολογιακές της σημειώσεις, αναδεικνύοντας τη λαογραφική ποιότητα και τη διαχρονική εθνολογική αξία των καταγραφών του Λουκάτου.

     Καθώς το ευρύτερο θέμα που απασχολεί την κ. Ψυχογιού αναλύεται εκτενέστατα στο πρόσφατο βιβλίο της («Μαυρηγή» και Ελένη. Τελετουργίες θανάτου και αναγέννησης, Δημοσιεύματα του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, αρ. 24, Αθήνα 2008, σελίδες 531 + δύο δίσκοι πυκνής εγγραφής (CD), ISBN: 978-960-404-109-1), θα θεωρηθεί πλεονασμός η περαιτέρω αναφορά στο συγκεκριμένο κείμενο. Ωστόσο κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί η τελευταία παράγραφος από τη μελέτη της, που ολοκληρώνει άλλωστε το συνολικό τόμο για τον Δημήτριο Λουκάτο:

     Η βαλλόμενη σήμερα Λαογραφία που τόσο υπερασπίστηκε ο ίδιος εν ζωή, όταν είναι κριτική και συγκριτική, όπως την υπηρέτησε πιστεύω με το ερευνητικό, το συγγραφικό και το διδακτικό έργο του ο Δ. Λουκάτος στην επιστημονική και ηλικιακή ακμή του, είναι επιστήμη δημιουργική. Επί πλέον μπορεί να είναι – αντίθετα με όσα της καταμαρτυρούν, βεβαίως όχι πάντα άδικα – και επιστήμη ανατρεπτική. Γιατί νομίζω πως η Λαογραφία μέσω των καταγραφών της παράδοσης αλλά και της συγχρονικότητας, γίνεται κιβωτός αποκαλυπτικής μνήμης και γνώσης που εγγράφεται στη διάρκεια. Ο κωδικοποιημένος αυτός πολιτισμικός θησαυρός της δίνει τα κλειδιά να μπορεί, υπό όρους, να αποδομεί «κατασκευασμένα» πρότυπα του παρελθόντος (ακόμα και τα δικά της) και ερευνώντας τις λανθάνουσες πραγματικότητες στη συγχρονία και τη διαχρονία, να συνδιαλέγεται με το μέλλον.