Text Resize

-A A +A

Υπεύθυνη Φωτογραφικού Αρχείου

Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ & Η ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ

Το Κέντρο Λαογραφίας διαθέτει πλουσιότατο φωτογραφικό υλικό, του οποίου ο όγκος υπολογίζεται σε 40.000  φωτογραφίες  και αρνητικά, αλλά και κάποια ταχυδρομικά δελτάρια  (cartes  - postales) και διαφάνειες, και χρονολογείται από τη δεκαετία του 1930 έως σήμερα.  Η αξία του φωτογραφικού υλικού αυτού είναι τεράστια, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι τα πράγματα και οι καταστάσεις που απεικονίζονται είναι δυσεύρετα, αν όχι ανύπαρκτα στην εποχή μας.  Μερικές φωτογραφίες εξάλλου είναι μοναδικές στο είδος τους γιατί αποτελούν δείγματα τεχνικών που έπαψαν να χρησιμοποιούνται εδώ και πάρα πολύ καιρό.

Η τακτική που ίσχυε μέχρι πρόσφατα στο Κέντρο Λαογραφίας σχετικά με τις φωτογραφίες και τις cartes -postales ήταν να προσκολλώνται στα χειρόγραφα των ερευνητών ως οπτικό συμπλήρωμα στα γραφόμενα του καταθέτη. Η έλλειψη ολοκληρωμένου ταξινομικού συστήματος και κατά συνέπεια η αδυναμία αναζήτησης και ανεύρεσης συγκεκριμένων φωτογραφιών καθιστούσε ανέφικτη τη μελέτη του υλικού αυτού και τη λειτουργία του ως βασικού μέσου καταγραφής του υλικού και κοινωνικού βίου. Επιπλέον, υπό τις συνθήκες αυτές ήταν πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη, και η αναπαραγωγή του φωτογραφικού υλικού και η ευρύτερη χρήση του (σε δημοσιεύσεις, διαλέξεις, εκθέσεις, κ.λπ.).

Τέλος οι φωτογραφίες ήταν εκτεθειμένες στη φθορά από τους ατμοσφαιρικούς παράγοντες, πριν δε τη σάρωση και ψηφιοποίηση των χειρογράφων κινδύνευαν να αποκολληθούν ή να ταλαιπωρηθούν κατά τη χρήση των τελευταίων.   Προκειμένου να επιτευχθεί η διαφύλαξη και αξιοποίηση του πλούσιου φωτογραφικού υλικού του Κέντρου  Λαογραφίας κρίθηκε απαραίτητη η εκπόνηση ενός  συστήματος καταγραφής και αρχειοθέτησης του, παράλληλα με τον σχεδιασμό του χώρου και του εξοπλισμού που φιλοξενεί το Φωτογραφικό Αρχείο.

Το πρώτο στάδιο αυτού του έργου περιλαμβάνει την καταμέτρηση και καταγραφή όλων των φωτογραφιών, ταχυδρομικών δελταρίων, αρνητικών και διαφανειών, και εν συνεχεία την ταξινόμηση τους σε κατηγορίες βάσει του θέματος και του τόπου προέλευσης τους. Κάθε φωτογραφία αποκτά έναν εννεαψήφιο αριθμό μητρώου, ενώ τον ίδιο αριθμό έχει και το αρνητικό καθώς και η διαφάνεια της, αν υπάρχει, με το χαρακτηριστικό FF, FN και FS αντίστοιχα μπροστά από το νούμερο (π.χ. FF_03168_0012, FN_03168_0012, FS_03168_0012).

Το δεύτερο στάδιο αφορά τη δημιουργία ψηφιακών αντιγράφων των πρωτοτύπων φωτογραφιών με τη βοήθεια σαρωτή (scanner), κατά ένα μεγάλο μέρος από την ομιλούσα και τελευταία, στα πλαίσια του προγράμματος «Ανάπτυξη Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης» της Κοινωνίας της Πληροφορίας, από τους συνεργάτες των εκδόσεων Καστανιώτη που εργάστηκαν στο Κέντρο για το πρόγραμμα αυτό. Η σάρωση των φωτογραφιών έγινε σε υψηλή ανάλυση (600 dpi) και βάθος χρώματος 8 bit, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Κοινωνίας της Πληροφορίας και δημιουργήθηκαν από αυτήν 3 αντίτυπα για κάθε φωτογραφία: ένα master, σε υψηλή ανάλυση και ποιότητα, προς αρχειοθέτηση, ένα συμπιεσμένο, δηλ. μικρότερου μεγέθους και κατά συνέπεια πιο εύχρηστο, για ευρύτερη χρήση, και ένα σε μικρογραφία (thumbnail) για προεπισκόπηση και για χρήση στο διαδίκτυο.

Για τη θεματική ταξινόμηση του υλικού δημιουργήθηκε ένα δέντρο κατηγοριών προσαρμοσμένο απόλυτα στις ανάγκες του φωτογραφικού αρχείου.  Το δέντρο αποτελείται από τρεις βασικούς κλάδους, τον Υλικό Βίο, την  Κοινωνική Οργάνωση και τον Πνευματικό Βίο, ο καθένας εκ των οποίων έχει τις δικές του κατηγορίες. Κάθε μία από αυτές τις κατηγορίες έχει υποκατηγορίες και αυτές με τη σειρά τους μικρότερες διαβαθμίσεις. Για τη δημιουργία και την τεκμηρίωση αυτού του δέντρου χρησιμοποιήθηκαν διάφορες πηγές: συγκεκριμένα, για τον Υλικό Βίο χρησιμοποιήθηκε το αντίστοιχο δέντρο που είχε δημιουργηθεί για την τεκμηρίωση των μουσειακών αντικειμένων από τις συναδέλφους Λ. Καραπιδάκη και Ελ. Κίττα. Το δέντρο αυτό εμπλουτίστηκε με στοιχεία από το ερωτηματολόγιο του Υλικού Βίου «Παραδοσιακός Υλικός Βίος του Ελληνικού Λαού», των Στεφ. Ημέλλου και Αικ. Πολυμέρου – Καμηλάκη, και από το έντυπο «Οδηγίαι προς Συλλογήν Λαογραφικής Ύλης» του Γεωργ. Σπυριδάκη. Ο σχεδιασμός του κλάδου της Κοινωνικής Οργάνωσης βασίστηκε στην κατάταξη του Γεωργ. Μέγα στο βιβλίο του «Ζητήματα της Ελληνικής Λαογραφίας», ενώ ο κλάδος του Πνευματικού Βίου περιορίστηκε στις βασικές κατηγορίες (μουσική, θέατρο, λαϊκή τέχνη).

Tα στοιχεία που προέκυψαν από την καταγραφή και ψηφιοποίηση του φωτογραφικού υλικού καταχωρήθηκαν σε βάση δεδομένων που δημιουργήθηκε ειδικά για τις ανάγκες του Φωτογραφικού Αρχείου.

Κάθε καρτέλα της βάσης αυτής αποτελείται από τρία επίπεδα:
• Το πρώτο επίπεδο που βρίσκεται στο πάνω μέρος της καρτέλας και περιλαμβάνει τον αριθμό της καρτέλας καθώς και τις βασικές πληροφορίες για το αντικείμενο
• Το δεύτερο επίπεδο, που αποτελείται από αναδυόμενες καρτέλες, μία για κάθε είδος αντικειμένου (φωτογραφία, αρνητικό, ταχ. δελτάριο, διαφάνεια) που υπάγεται στο συγκεκριμένο κωδικό
• Το τρίτο επίπεδο, όπου εμφανίζεται η εικόνα για την οποία γίνεται λόγος

Στο πρώτο επίπεδο εμφανίζονται τα πεδία που δίνουν την ταυτότητα της φωτογραφίας, δηλ. ο Α/Α (κωδικός), ο αριθμός χφου, ο  χρόνος κατάθεσης χφου, ο τόπος συλλογής, η προέλευση υλικού  και οι συνθήκες συλλογής,  που είναι αντίστοιχα με αυτά στην καρτέλα τεκμηρίωσης των χφων. Ο κωδικός είναι αυτός που έχει δοθεί στη φωτογραφία κατά την καταγραφή που αναφέρθηκε παραπάνω. Τα πεδία τόπος συλλογής και προέλευση υλικού συμπληρώνονται με τη βοήθεια του δέντρου τοπωνυμίων, το οποίο είναι κοινό για όλες τις βάσεις. Στην καρτέλα του Φωτογραφικού Αρχείου έχουν προστεθεί εδώ τα πεδία τόπος και ημερομηνία λήψης, που πολλές φορές διαφέρουν από τα αντίστοιχα του χειρογράφου. Ακολουθούν το όνομα του καταθέτη, του συλλογέα και βέβαια του φωτογράφου. Τις περισσότερες φορές τα στοιχεία που έχουμε δεν μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε αν μια φωτογραφία π.χ. ελήφθη από το συντάκτη του χειρογράφου  ή αν αυτός απλά τη συνέλεξε κατά τη διάρκεια της ερευνάς του από κάποιον πληροφορητή. Γι΄αυτό κρίθηκε αναγκαίο αντί ενός μεμονωμένου πεδίου με την ονομασία «φωτογράφος», να συμπεριληφθούν στην καρτέλα τρία πεδία με τις ονομασίες «συλλογέας», «καταθέτης», και «φωτογράφος», έτσι ώστε να είναι όσο το δυνατόν πληρέστερες οι πληροφορίες που δίνονται για κάθε εικόνα.  Τα επόμενα τρία πεδία, η περιγραφή, οι λέξεις – κλειδιά και οι πολιτισμικές ενότητες περιγράφουν τα εικονιζόμενα σε κάθε φωτογραφία. Στο πεδίο περιγραφή εισάγεται η λεζάντα της εκάστοτε φωτογραφίας, όπως εμφανίζεται στο χειρόγραφο (ή και στην ίδια ενίοτε). Το πεδίο λέξεις – κλειδιά  συμπληρώνεται με τη βοήθεια δέντρου που είναι κοινό και αυτό σε όλες τις βάσεις για να διευκολύνεται η αναζήτηση δεδομένων σε όλο το δίκτυο. Το πεδίο πολιτισμικές ενότητες είναι το ίδιο με αυτό στη καρτέλα τεκμηρίωσης των χειρογράφων. Τέλος το πεδίο παρατηρήσεις περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τυχόν δημοσιεύσεις ή άλλες χρήσεις της εν λόγω εικόνας (π.χ. σε εκθέσεις), καθώς και σχετική βιβλιογραφία. 

Το δεύτερο επίπεδο αποτελείται από αναδυόμενες καρτέλες με στοιχεία που αφορούν τη φυσική περιγραφή της εικόνας (φωτογραφίας, διαφάνειας, ταχυδρομικού δελταρίου, αρνητικού).  Τα στοιχεία που εμφανίζονται εδώ είναι: ο κωδικός της εικόνας, (με το χαρακτηριστικό FF, FN και FS αντίστοιχα μπροστά από το νούμερο), οι διαστάσεις της, καθώς και αν αυτή είναι έγχρωμη ή ασπρόμαυρη.

Στο τρίτο και τελευταίο επίπεδο μπορεί κανείς να δει την ίδια τη φωτογραφία σε μικρογραφία (thumbnail), ενώ πατώντας επάνω της ανοίγει νέο παράθυρο, όπου εμφανίζεται η φωτογραφία σε φυσικό μέγεθος.  Στο παράθυρο αυτό μπορεί κανείς να δει πληροφορίες για το ψηφιακό αντικείμενο που αντιστοιχεί στη φωτογραφία, όπως κωδικός – τύπος αρχείου, διαστάσεις, τονική ανάλυση, χώρος χρώματος. Επίσης, πατώντας στο μεγεθυντικό φακό, μπορεί κανείς να μεγεθύνει την εικόνα κατά βούληση.  

Η αναζήτηση  στη βάση δεδομένων του φωτογραφικού αρχείου μπορεί να γίνει από τα πεδία κωδικός καρτέλας, θέμα, περιοχή, κατηγορία, κωδικός φωτογραφίας /αρνητικού /διαφάνειας/ ταχ. δελταρίου ή και με συνδυασμό των παραπάνω. 

Το Φωτογραφικό Αρχείο είναι ένα πολύ βασικό αρχείο του Κέντρου Λαογραφίας.  Αποτελεί σημείο αναφοράς για όλα τα άλλα αρχεία του Κέντρου, καθότι το οπτικό υλικό που παρέχει είναι απαραίτητο σε κάθε είδος έρευνας. Με την ψηφιοποίηση του διασφαλίζεται η ποιότητα και η πιστότητα του φωτογραφικού υλικού για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα και διασώζεται μια από τις σημαντικότερες πηγές πληροφοριών για τον υλικό και κοινωνικό βίο της χώρας μας. Η ψηφιοποίηση του επιτρέπει στους μελετητές να έχουν γρήγορη και εύκολη πρόσβαση στο φωτογραφικό υλικό, ενώ διευκολύνει την έρευνα χωρίς να απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις χειρισμού Η/Υ.  Η αναζήτηση είναι λιγότερο χρονοβόρα και παράλληλα πιο αποδοτική, αφού ακόμα και με ελάχιστα δεδομένα η βάση του φωτογραφικού αρχείου μπορεί να παρουσιάσει μια μεγάλη λίστα αποτελεσμάτων για να επιλέξει ο μελετητής αυτό που τον ενδιαφέρει.  Επιπλέον, η καταχώρηση του φωτογραφικού υλικού σε σκληρούς δίσκους παρέχει μεγάλη οικονομία χώρου, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό αν αναλογιστεί κανείς τον ολοένα αυξανόμενο όγκο του υλικού αυτού. Το βασικότερο πλεονέκτημα αυτού του είδους καταλογογράφησης είναι όμως ότι επιτρέπει τη σύνδεση με τις άλλες βάσεις δεδομένων του Κέντρου, παρέχοντας έτσι στον μελετητή έναν συνδυασμό πληροφοριών από όλους τους τομείς της λαογραφίας.  Έτσι η συγκεκριμένη φωτογραφία του «χελιδονίσματος» που αναφέρθηκε παραπάνω μπορεί να παραπέμψει τον μελετητή στο βίντεο ή την ταινία που το δρώμενο αυτό έχει καταγραφεί, στο τραγούδι που ακούγεται κατά τη διάρκεια του (ταινία, ηχητικό τεκμήριο και μουσικό κείμενο),  στην ίδια τη Χελιδόνα, το αντικείμενο δηλ.  που κρατούν τα παιδιά ενώ άδουν, αλλά και στο χειρόγραφο όπου περιγράφεται το δρώμενο αυτό. 

Η ψηφιοποίηση του φωτογραφικού αρχείου του Κέντρου Λαογραφίας δημιουργεί νέες δυνατότητες αξιοποίησης του πλούσιου υλικού του: εκτός από δημοσιεύσεις και εκθέσεις ήδη ένας μεγάλος αριθμός φωτογραφιών παρουσιάζεται μέσα από τις ψηφιακές εφαρμογές του Κέντρου «Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα για Λαογραφική Έρευνα» και «Ατλας της Ελληνικής Λαογραφίας».  Μελλοντικά φωτογραφικό υλικό θα μπορεί να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Κέντρου, με αφορμή θεματικά ή εποχιακά αφιερώματα, όπως για  την ελιά ή για τα έθιμα του Δωδεκαημέρου, κ.α. Ακόμα,  το φωτογραφικό υλικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία ψηφιακών λευκωμάτων με συγκεκριμένη θεματική, όπως τα παραδοσιακά επαγγέλματα.  Τέλος, υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργηθεί ένας επιγραμματικός κατάλογος, ανάλογος με αυτόν των χειρογράφων, όπου κανείς θα μπορεί να ενημερωθεί και μέσω διαδικτύου για το περιεχόμενο του φωτογραφικού αρχείου.  

Παρουσίαση: Fatourou